Η παγκόσμια αύξηση αποδόσεων των ομολόγων εγείρει ερωτήματα, δεδομένου ότι βρισκόμαστε σε μία περίοδο που οι κεντρικές τράπεζες μειώνουν τα επιτόκια. Η ΕΚΤ έχει προχωρήσει σε τρεις με μειώσεις του βασικού επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης, ενώ η Fed έχει κάνει μία μείωση κατά 50 μονάδες. Ωστόσο, οι προβλέψεις για πιθανές περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων παραμένουν σταθερές για τις συνεδριάσεις της Fed το 2024, με την αγορά να περιμένει δύο μειώσεις κατά 25 μονάδες βάσης.
Τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ θεωρούνται από τις πιο ασφαλείς επενδύσεις στον κόσμο και η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού ομολόγου έχει φτάσει το 4,22% στη δευτερογενή αγορά, με το γερμανικό να διαπραγματεύεται στο 2,3%. Η διαφορά μεταξύ των δύο, γνωστή ως ασφάλιστρο κινδύνου, είναι πάνω από 190 μονάδες βάσης, κάτι που έχει να παρατηρηθεί εδώ και πέντε μήνες. Αυτή η κατάσταση λειτουργεί ως προειδοποίημα για τις χρηματιστηριακές αγορές, καθώς αν τα ομόλογα γίνουν πιο ελκυστικά εναλλακτικά μέσα επένδυσης, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ευρύτερο ξεπούλημα των περιουσιακών στοιχείων.
«Οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονται καθώς οι επενδυτές εκτιμούν ότι οι μειώσεις των επιτοκίων στις ΗΠΑ μπορεί να είναι πιο αργές απ’ ό,τι αναμενόταν», επισημαίνουν αναλυτές, κάτι που θέτει σε κίνδυνο τα επίπεδα του χρέους. Ο Ιαν Λίνγκεν, επικεφαλής στρατηγικής επιτοκίων στη BMO Capital Markets, προειδοποίησε ότι αν η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού ομολόγου φτάσει το 5%, αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «σημείο καμπής» που θα οδηγήσει σε έντονο ξεπούλημα σε κίνδυνο πλαίσια, π.χ. στις μετοχές.
Σημαντικές αλλαγές στο παρελθόν έχουν προκαλέσει την εξάρτηση επιχειρήσεων από χαμηλά επιτόκια. Οι περισσότερες εταιρείες είχαν εκμεταλλευτεί τα μηδενικά επιτόκια για να αντλήσουν κεφάλαια, με αποτέλεσμα να μην χρειάζεται να επιστρέψουν στις αγορές κατά την τρέχουσα περίοδο αύξησης επιτοκίων. Ωστόσο, οι πιο αδύναμες εταιρείες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να αναγκαστούν να αντλήσουν κεφάλαια, αντιμετωπίζοντας τεράστιες αυξήσεις στο κόστος χρηματοδότησης, γεγονός που θα μπορούσε να τους οδηγήσει σε περικοπές επενδύσεων ή ακόμα και σε απολύσεις.
Επιπλέον, οι τελευταίες πολιτικές εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως η πιθανότητα νίκης του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές, επηρεάζουν τη μελλοντική δυναμική της αγοράς. Αναλυτές εκτιμούν ότι η Ρεπουμπλικανική ατζέντα θα έχει πληθωριστική τάση, πράγμα που θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις. Οι οικονομολόγοι Άλαν Μπλάιντερ και Μαρκ Γουότσον υποστηρίζουν ότι οι πολιτικές αποφάσεις συχνά επηρεάζονται από την οικονομική κατάσταση, και η ιστορία δείχνει ότι οι ρεπουμπλικάνοι πρόεδροι συνήθως επικρατούν κατά την περίοδο ανάπτυξης της οικονομίας.
Συνοψίζοντας, οι αποδόσεις των ομολόγων αντικατοπτρίζουν τις ανασφάλειες των επενδυτών για το μέλλον της οικονομίας, ενώ οι πολιτικές συνθήκες προσθέτουν μια επιπλέον διάσταση τριβής στο οικονομικό κλίμα. Πηγή: naftemporiki.gr