Ακούγεται συχνά ότι η Εκπαίδευση είναι κορυφαία προτεραιότητα της κυβέρνησης, ωστόσο τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν μια διαφορετική πραγματικότητα. Στις 32 χώρες με διαθέσιμα δεδομένα, η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία ως προς τις δαπάνες εκπαίδευσης, με μόλις 5,6% του κρατικού προϋπολογισμού να κατευθύνεται σε αυτή, καθώς δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες για την έρευνα. Ακόμη και αν ληφθούν υπόψη και αυτές οι δαπάνες, το ποσοστό μειώνεται μόλις στο 6,1%, ποσοστά που είναι αισθητά κατώτερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Οι αντίστοιχες επενδύσεις στην Εκπαίδευση από γειτονικές χώρες είναι επίσης ανησυχητικές. Για παράδειγμα, η Τουρκία επενδύει 9,7% στην Εκπαίδευση και 10,7% στην Έρευνα. Συγκριτικά, η Ελλάδα επενδύει μόλις το 61,53% των χρημάτων που ξοδεύει η Τουρκία για την ίδια κατηγορία. Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στο κόστος εξοπλισμών, καθώς οι συνήθεις τελευταίοι στην ΕΕ, όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία, ξοδεύουν περισσότερα για την Εκπαίδευση, με τα ποσοστά να φτάνουν το 8,3% και 8,9% αντίστοιχα.
Η έλλειψη επενδύσεων στην Εκπαίδευση έχει άμεσες συνέπειες στα σχολεία. Υποχρεωτικά γυμναστήρια που λείπουν, κακώς προμηθευμένα υπολογιστικά συστήματα και κενά σε εκπαιδευτικό προσωπικό συνθέτουν ένα σχεδόν αφανές τοπίο. Επιπλέον, οι γονείς αναγκάζονται να βρουν εξωτερικούς πόρους, όπως φροντιστήρια και κέντρα μελέτης, για να καλύψουν τις ανάγκες των παιδιών τους.
Τα παιδιά ολοκληρώνουν τις σχολικές τους υποχρεώσεις εξαντλημένα και με σοβαρές ελλείψεις. Τα αποτελέσματα της ελληνικής PISA, που διεξάγεται σε Γλώσσα και Μαθηματικά κυρίως για μαθητές της ΣΤ Δημοτικού και της Γ Γυμνασίου, απεικονίζουν την πραγματικότητα αυτή, με τις επιδόσεις τους να είναι ανησυχητικά χαμηλές. Εκεί, ο όρος “μερικώς σωστή απάντηση” εισηγείται ότι οι μαθητές θεωρούνται επιτυχείς ακόμα και όταν δίνουν λάθος απαντήσεις.
Η κατάσταση επιδεινώνεται με το bullying και τις μορφές βίας μεταξύ ανηλίκων, και τη συνεχόμενη πίεση που βιώνουν τα παιδιά για εκπαιδευτικά και κοινωνικά επιτεύγματα. Μόνο μια μικρή μερίδα μαθητών καταφέρνει να διακριθεί παρά τις αντίξοες συνθήκες. Για να μπορέσουμε να ευημερήσουμε σαν κοινωνία και να στηρίξουμε τα παιδιά μας, είναι απαραίτητο να κάνουμε την Εκπαίδευση εθνική προτεραιότητα, με σχέδιο και υποστήριξη.
Τα παιδιά μας είναι το μέλλον, και η επένδυση σε αυτά απαιτεί συναίνεση και μια σοβαρή δέσμευση για μια εκπαιδευτική πολιτική με χρηματοδότηση που θα επιτρέψει την ανάπτυξή τους. Πηγή: naftemporiki.gr